Οι ηγέτες της Ευρωζώνης αποδέχονται μία ακόμη επικίνδυνη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της συμφωνίας για το νέο οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας, καθώς δεν έχουν επιτύχει να γεφυρώσουν τις διαφορές τους με το ΔΝΤ για το πως θα περιορίσουν το αυξανόμενο ελληνικό χρέος, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times.
Η νέα καθυστέρηση, σημειώνει το δημοσίευμα, ωθεί την Ελλάδα στον κίνδυνο μη αποπληρωμής στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την επόμενη Παρασκευή ενός ποσού 5 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί σε λήξεις ομολόγων τα οποία έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της.
Οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης ήλπιζαν ότι θα ολοκλήρωναν τη συμφωνία για το νέο, επιμηκυμένο έως το 2016 πρόγραμμα, στη σύνοδο του Eurogroup την ερχόμενη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, οπότε θα απελευθερωνόταν στην Ελλάδα και η δόση των 31,3 δισ. ευρώ η οποία εκκρεμεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σύμφωνα, όμως, με αξιωματούχους που μετέχουν στις διαπραγματεύσεις, οι θέσεις των Ευρωπαίων δανειστών σχετικά με το πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η ανακούφιση της Ελλάδας από το χρέος της και με το ποιοι θα φέρουν το βάρος των ζημιών, απέχουν ακόμη πολύ από τις θέσεις του ΔΝΤ.
«Είναι απόλυτα σαφές ότι θα χρειασθούμε έναν ακόμη γύρο μετά την ερχόμενη Δευτέρα. Υπάρχει ένας αριθμός θεμάτων που μένει ακόμη να ολοκληρωθούν», δήλωσε ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Ευρωζώνης που μετέχει στις διαπραγματεύσεις.
Αν και οι διαπραγματευτές επέμεναν ότι περιορίζουν τις διαφορές τους, ο χρόνος εξαντλείται, αναφέρουν οι Financial Times. Υψηλόβαθμος αξιωματούχος δήλωσε ότι η ΕΚΤ ανθίσταται στην χρονική μετάθεση της αποπληρωμής των 5 δισ. ευρώ, πιέζοντας όλες τις πλευρές να καταλήξουν γρήγορα σε συμφωνία.
Το ΔΝΤ παραμένει πιο απαισιόδοξο σχετικά, πρώτον, με τη δυνατότητα της Ελλάδας να επιστρέψει στην οικονομική ανάπτυξη, δεύτερον, με τα ποσά που θα συγκεντρώσει η χώρα από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ. ευρώ και, τρίτον, με τα χρήματα που θα χρειασθούν για την ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Το αποτέλεσμα είναι ότι υπάρχει μία διαφορά μεταξύ των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον της τάξης των 5-10 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ αναφορικά με το ύψος που θα διαμορφωθεί το ελληνικό χρέος το 2020.
Οι διαπραγματεύσεις έχουν γίνει πιο περίπλοκες, αναφέρουν αξιωματούχοι, καθώς το ΔΝΤ επιμένει ότι το ελληνικό χρέος πρέπει να μειωθεί στο 120% του ΑΕΠ το 2020, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά να χαλαρώσει ο σχετικός στόχος και να διαμορφωθεί στο 125% του ΑΕΠ το 2022.
Αν οι διαπραγματευτές αναγκασθούν να αποδεχθούν τη θέση του ΔΝΤ, σημειώνει υψηλόβαθμος αξιωματούχος, οι χώρες της Ευρωζώνης θα πρέπει πιθανόν να καταγράψουν ζημιές στα δάνεια που έχουν δώσει στην Ελλάδα, ένα αποτέλεσμα που θεωρείται πολιτικά εκρηκτικό και έχει απορριφθεί από το Βερολίνο και άλλες βόρειες χώρες της Ευρωζώνης που φοβούνται αρνητικές αντιδράσεις στα εθνικά κοινοβούλιά τους.
Ένας άλλος διαπραγματευτής δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινείται σταδιακά προς τη θέση του ΔΝΤ, κάτι που σημαίνει ότι οι ηγέτες της Ευρωζώνης θα πρέπει να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη ανακούφιση της Ελλάδας από το χρέος της από ότι σχεδίαζαν αρχικά.
«Θα υπάρξει η ανάγκη μέτρων που θα μειώνουν σημαντικά το χρέος. Όλοι βάζουν εδώ κόκκινες γραμμές», δήλωσε ο διαπραγματευτής. Οι Ευρωπαίοι ήλπιζαν ότι τα μέτρα μείωσης του χρέους θα μπορούσαν να περιορισθούν στη μείωση των επιτοκίων των δανείων διάσωσης - από τις 150 μονάδες βάσης (1,5 ποσοστιαίες μονάδες) στις 80 μονάδες βάσης (0,8 της ποσοστιαίας μονάδας) - και στην απόδοση στην Ελλάδα των κερδών της ΕΚΤ - που εκτιμώνται από 12 έως 15 δισ. ευρώ - από τα ελληνικά ομόλογα ύψους 55 δισ. ευρώ που έχει αγοράσει σε χαμηλότερες τιμές από τις ονομαστικές τους.