Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Λαθραία εισαγωγή λαδιών στη Κρήτη. Κερδοσκοπία σε βάρος ελαιοπαραγωγών και καταναλωτών

Το φαινόμενο της εισαγωγής λαδιών από τρίτες χώρες που «βαφτίζονται» ως ελληνικά ή κρητικά ελαιόλαδα από κυκλώματα που λυμαίνονται την αγορά προϊόντος δεν είναι σημερινό ούτε των τελευταίων χρόνων.

Οι εισαγωγείς που φέρνουν λάδι με αλλοιωμένα στοιχεία στην Ελλάδα και στην Κρήτη, σε μια περίοδο αυξημένης παραγωγής και τιμές παραγωγού καλύτερες των προηγούμενων περιόδων, έχουν ένα και μόνο στόχο την κερδοσκοπία σε βάρος των ελαιοπαραγωγών, των καταναλωτών και του κρατικού μηχανισμού!



Μια από τις αιτίες της κρίσης του ελαιολάδου είναι η λαθραία εισαγωγή λαδιού αμφιβόλου ποιότητας και παραγωγής στην ελληνική και την ευρωπαϊκή αγορά από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό γιατί, μολονότι το λάδι αυτό φέρει την επισήμανση «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο» σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, η σύνθεσή του είναι πολύ διαφορετική.

Πράγματι, πολλές φορές πρόκειται για παράγωγα αραχιδέλαιου, σπορέλαιων ή άλλων προϊόντων, τα οποία διοχετεύονται στην αγορά αφού νοθευτούν με μια τεχνική καθαρισμού με ατμό και την προσθήκη χλωροφύλλης.

Πράγματι, οι παράμετροι που ορίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση για να ονομασθεί ως εξαιρετικά παρθένο ένα λάδι, μπορούν να επιτευχθούν με ευκολία. Αρκεί ένα μείγμα ουδέτερου λαδιού άγνωστης προέλευσης στο οποίο προστίθεται μικρή ποσότητα εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου για να καταστεί συμβατό με τα ευρωπαϊκά κριτήρια. Στη συνέχεια διατίθεται στο εμπόριο σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές, εις βάρος του τίμιου ανταγωνισμού και των καταναλωτών.

Η ιταλική κυβέρνηση πρόσφατα για να βάλει τέρμα στην «ιταλοποίηση» αποσμημένων ελαιολάδων και μετά από συνεχείς αγώνες και πιέσεις των Αγροτικών Οργανώσεων της, προχώρησε από μόνη της στην ψήφιση ειδικού νόμου με τον όποιο καθορίζει ότι στα Ιταλικά έξτρα παρθένα ελαιόλαδα το όριο των αλκυκλεστέρων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 30mg/kg.

Η εξέλιξη αυτή, οπωσδήποτε δικαιώνει την ενέργεια του ΣΕΔΗΚ, που πριν πολλούς μήνες με υπόμνημα του ζήτησε μείωση του ορίου των αλκυλεστέρων σε 50mg/kg και βεβαία δείχνει ότι μια ανάλογη ενεργεία θα μπορούσε να γίνει και από την Ελληνική Κυβέρνηση.

Το γεγονός ότι στο Ελληνικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο -που ως γνωστό είναι το 90% του παραγόμενου προϊόντος – οι αλκυλεστέρες εντοπίζονται σε περιεκτικότητα 30 έως 40, ενώ αντίθετα το Ισπανικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο σε ποσοστό 60% περίπου, οι αλκυλεστέρες βρίσκονται από 120 έως 180 με αποτέλεσμα να κατηγοριοποιούνται σαν παρθένο ή βιομηχανικό.
Για την προστασία του εθνικού μας προϊόντος, των παραγωγών και των καταναλωτών, πρέπει να παρθούν μια σειρά από μέτρα.

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ ΤΟ ΥΠΑΑΤ

Τα ερωτήματα που πρέπει να θέσουν οι ελληνικές αγροτικές οργανώσεις στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης είναι:

1. Θα αναλάβει πρωτοβουλίες το ΥΠΑΑΤ εντός της ελληνικής επικράτειας αλλά και σε επίπεδο ΕΕ για τη θέσπιση αυστηρών κανόνων που θα εμποδίζουν την εισαγωγή και τη διάθεση στην αγορά ελαιόλαδων κατώτερης ποιότητας, τα οποία δεν επιδεινώνουν μόνο την κρίση των ελαιοπαραγωγών, αλλά εξαπατούν και τον καταναλωτή που τα αγοράζει;

2. Εφαρμόζονται οι νέες τεχνικές που επιτρέπουν την αναγνώριση της πραγματικής προέλευσης του λαδιού βάσει αναλύσεων που αφορούν το άρωμά του και την αέρια κατάστασή του ή μέσω πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού, επιτρέποντας έτσι τη διαπίστωση της πραγματικής προέλευσης του προϊόντος;

3. Ποιες είναι οι πιθανές επεμβάσεις στην πηγή της παραγωγικής αλυσίδας για να αποφευχθεί η διάθεση στο εμπόριο ελαιόλαδου αμφιβόλου ποιότητας με την επισήμανση «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο»;
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Γ. ΚΟΥΔΟΥΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ