Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

Όταν οι Μπολσεβίκοι έφτιαχναν τρόικες & πυροβολούσαν τους απεργούς στη Χαλυβουργία


"Σε περίπτωση συγκεντρώσεων στους δρόμους, έλεγε η διαταγή της Επιτροπής Αμύνης, τα στρατεύματα έχουν διαταγή να πυροβολήσουν. Όποιος αντισταθεί, θα εκτελείται επί τόπου.

Στις αρχές του 1921, τριανταοκτώ μήνες μετά την επανάσταση του Οκτωβρίου (που έφερε τους μπολσεβίκους στην εξουσία) κι όταν τέλειωσε πια ο εμφύλιος πόλεμος στη Ρωσία, η χώρα βρέθηκε στο χείλος της οικονομικής καταστροφής.


Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μειώσει κατά το ένα τρίτο τη μερίδα του ψωμιού και όλα τα άλλα τρόφιμα, μοιράζονταν με ειδικά δελτία. Το μέτρο αυτό, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι....



Επειδή το ιδιωτικό εμπόριο απαγορευόταν, είχε δημιουργηθεί μαύρη αγορά που κυνηγήθηκε όμως ανελέητα από ειδικά ένοπλα τμήματα που έκαναν κατασχέσεις σε οποιονδήποτε είχε τρόφιμα.


Τρόφιμα (τελευταίας ποιότητας) δίνονταν μόνο με δελτίο στους εργάτες των εργοστασίων, οι οποίοι αγανάκτησαν κι άρχισαν να συγκεντρώνονται αυθόρμητα στα εργοστάσια, ζητώντας την άμεση κατάργηση του "πολεμικού κομμουνισμού" με ένα σύστημα ελεύθερης εργασίας.


Στη συνέχεια οι απεργοί κατέβηκαν και στους δρόμους της πρωτεύουσας, διεκδικώντας να επιτραπεί το ιδιωτικό εμπόριο, να αυξηθούν οι μερίδες τροφίμων, να καταργηθουν οι κατασχέσεις σιτηρών και να δοθούν περισσότερα πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες. Υπήρχαν μάλιστα πλακάτ που έγραφαν "κάτω οι κομμουνιστές και οι οβριοί".


Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, οι αρχές αποφάσισαν να αναθέσουν στα τακτικά στρατεύματα και στους σπουδαστές των στρατιωτικών σχολών, να αποκαταστήσουν την τάξη...


Μόλις ηρέμησαν τα πνεύματα στην πρωτεύουσα Μόσχα, ξέσπασαν ακόμη πιο σκληρές απεργίες στην Πετρούπολη.


Η αναρχική Έμμα Γκόλντμαν αναφέρει:
"Οι αποστολές τροφίμων λόγω κακοκαιρίας καθυστερούσαν και οι ελάχιστες ποσότητες τροφίμων που έφταναν στην πόλη δεν έφταναν στους απλούς εργάτες. Επιπλέον το Σοβιέτ της Πετρουπόλεως είχε κάνει το ανόητο λάθος να κλείσει πολλά εργοστάσια και να μειώσει κατά 50% τα τρόφιμα που μοίραζε με το δελτίο στο προσωπικό τους. Ταυτόχρονα, έγινε γνωστό ότι είχαν μοιράσει στα μέλη του κόμματος παπούτσια και ιματισμό, ενώ οι εργάτες κυκλοφορούσαν κουρελιασμένοι και σχεδόν ξυπόλυτοι. Και σαν να μην έφταναν αυτά, οι αρχές έκαναν κι άλλο ένα, ακόμη μεγαλύτερο λάθος: απαγόρευσαν τη συγκέντρωση, που είχαν συγκαλέσει οι εργάτες για να συζητήσουν, πως μπορεί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση..."

Στις 23 Φεβρουαρίου 1921, λέει ο αναρχικός Πωλ Άβριτς, έγινε μια θυελλώδης συγκέντρωση στο
εργοστάσιο χαλυβουργίας Τρούμποτσνυϊ, που μολονότι το προσωπικό του είχε μειωθεί πολύ, παρέμενε ένα από τα μεγαλύτερα χαλυβουργεία της Πετρουπόλεως όπου ζητήθηκαν περισσότερες ελευθερίες και την επόμενη ημέρα οι εργάτες παρουσιάστηκαν στη δουλειά τους, παράτησαν τα εργαλεία τους κι εγκατέλειψαν το εργοστάσιο.

Η σταγόνα που ξεχύλισε το ποτήρι, ήταν το γεγονός ότι οι αρχές άρχιζαν να επανεξετάζουν τις ατομικές καρτέλες των χαλυβουργών. Επρόκειτο ουσιαστικά για μια "εκκαθάριση".


Οι απεργοί στη συνέχεια, κατευθύνθηκαν στη νήσο Βασιλέβσκι, στη βόρεια όχθη του ποταμού Νέβα κι επιχείρησαν μαζί με εργάτες άλλων εργοστασίων και συνολικά 2.000 άτομα φώναζαν συνθήματα εναντίον της κυβερνήσεως.


Ο Ζινόβιεβ, που ήταν τότε πρόεδρος της Κομμουνιστικής Οργανώσεως στην Πετρούπολη, διέταξε ένα λόχο στρατιωτών που με τη συνδρομή της αστυνομίας, διέλυαν τους διαδηλωτές πυροβολώντας στον αέρα κι εμποδίζοντας περισσότερους να συγκεντρωθούν.


Την επόμενη ημέρα, οι χαλυβουργοί επισκέπτονταν κι άλλα εργοστάσια με σκοπό να πείσουν τους συναδέλφους τους να απεργήσουν. Κατάφεραν να πείσουν ναυπηγούς κι εργάτες στα λιμάνια, ωστόσο κι αυτοί διαλύθηκαν από στρατιώτες.


Βλέποντας τις ταραχές να επεκτείνονται, η κυβέρνηση αποφάσισε να θέσει σε συναγερμό την φρουρά της πόλης, όμως πολλές μονάδες δήλωσαν ότι δεν είναι δουλειά τους να πολεμούν εναντίον των εργατών.
Αμέσως δόθηκε διαταγή να αφοπλιστούν οι μονάδες αυτές κι έφερε από την επαρχία επίλεκτα τμήματα, αποτελούμενα από πιστούς κομμουνιστές.

Την ίδια ημέρα (25/2) συστήθηκε στην Πετρούπολη μια
Επιτροπή Αμύνης (ρωσικά: Κομιτέτ Ομπορόνι) και διόρισε σε κάθε συνοικία της πόλεως μια "επαναστατική τρόικα", με σκοπό να συντονιστούν οι ενέργειες, που αποσκοπούσαν στην καταστολή του απεργιακού κινήματος. Ταυτόχρονα, η Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ της Πετρουπόλεως, εκήρυξε το στρατιωτικό νόμο σε ολόκληρη την πόλη. Κάθε συγκέντρωση απαγορεύτηκε, καθώς και η κυκλοφορία στους δρόμους μετά τις 11 το βράδυ.

"Σε περίπτωση συγκεντρώσεων στους δρόμους, έλεγε η διαταγή της Επιτροπής Αμύνης, τα στρατεύματα έχουν διαταγή να πυροβολήσουν. Όποιος αντισταθεί, θα εκτελείται επί τόπου.


Δόθηκε διαταγή στους απεργούς να επιστρέψουν στα εργοστάσιά τους, γιατί αλλιώς θα τους έκοβαν τη μερίδα τους. Ωστόσο η διαταγή αυτή δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Τότε οι αρχές διέλυσαν ορισμένα συνδικάτα, συνελήφθησαν μέλη των απεργιακών επιτροπών, πολλοί από τους μενσεβίκους, τους εσέρους και τους αναρχικούς (όσοι ήταν ακόμη ελεύθεροι) και ρίχτηκαν όλοι στη φυλακή.


Στις 26 Φεβρουαρίου στη σύσκεψη του Σοβιέτ της Πετρούπολης, οι χαλυβουργοί εργάτες του Τρούμποτσνυϊ, κατονομάσθησαν ως ταραχοποιοί, ατομικιστές και αντεπαναστάτες. Οι εφημερίδες του Κόμματος έσπευσαν να τους χαρακτηρίσουν προβοκάτορες, κοπανατζήδες, τεμπέληδες και ταραξίες.


Έτσι έκλεισαν το εργοστάσιο, πράγμα που σήμαινε ότι οι εργάτες δε θα έπαιρναν πια τις μερίδες των τροφίμων τους, καταδικαζόντουσαν δηλαδή να πεθάνουν απ' την πείνα.


Αυτό πυροδότησε την αντίδραση των ναυτών του Στόλου της περιοχής που οδήγησε στη γνωστή
Εξέγερση της Κροστάνδης το Μάρτιο του 1921...


Πηγή:
 "Τα φοβερά ντοκουμέντα", εκδόσεις Φυτράκη 1975