Ηρθε λοιπόν το πρώτο ελληνικό μετάλλιο. Αφού του ελληνογερμανού Τασιάδη δεν λογίζεται ως τέτοιο, ήρθε αυτό του Ηλιάδη. Πόσο όμως ελληνικό είναι αυτό το μετάλλιο;
Ο Ηλιάδης δεν γεννήθηκε στην Ελλάδα. Ούτε μεγάλωσε εδώ. Μας ήρθε σε ηλικία 16 ετών, λίγο πριν τους αγώνες της Αθήνας. «Ο ίδιος μυήθηκε στα μυστικά του αθλήματος σε ηλικία 10 ετών γιατί η φιλοσοφία του τζούντο ταίριαζε με το χαρακτήρα του. Το 2002 ήρθε στην Ελλάδα και με προπονητή τον πατέρα του, Νίκο Ηλιάδη, κατάφερε μέσα σε δύο χρόνια να γίνει ο κορυφαίος τζουντόκα του κόσμου», αναφέρεται στο βιογραφικό του, όπως έχει αναρτηθεί στο site της Ελληνικής Ομοσπονδίας Τζούντο.
Όμως η αλήθεια δεν είναι ακριβώς αυτή. Ο Νίκος Ηλιάδης, έλληνας του Πόντου, ήρθε στην Ελλάδα το 1993. Είναι ομογενής. Και είναι αυτός που ανακάλυψε τον Ηλία και πολύ απλά έσπευσε να τον... υιοθετήσει. Δεν πρόκειται λοιπόν για τον βιολογικό του πατέρα. Αυτός έχει διακριτικά αποσυρθεί από το προσκήνιο, αν και ο θρύλος λέει ότι το 2004 στα Άνω Λιόσια βρίσκονταν κάπου στην κερκίδα και δάκρυζε για το καμάρι του.
Το πραγματικό όνομα του Ηλιάδη είναι Τζαρτζίλ Ζβιανταουρί. Προέρχεται από οικογένεια που έχει βγάλει και άλλους ολυμπιονίκες στο τζούντο. Ο Ζουράμπ Ζβιαν�αουρί, εξάδελφος του Ηλία, κατέκτησε και αυτός χρυσό μετάλλιο στην Αθήνα. Αυτός όμως για την Γεωργία. Οι γεωργιανοί δημοσιογράφοι είχαν πανηγυρίσει και τα δύο μετάλλια δεόντως. Υποστήριζαν ότι αυτό του Ηλία ήταν στην πραγματικότητα δικό τους.
Όταν ο Ηλίας κέρδισε το 2004 και σπεύσαμε όλοι να του πάρουμε τις πρώτες δηλώσεις, δοκιμάσαμε την πρώτη μεγάλη έκπληξη. Ο Ηλίας Ηλιάδης δεν ήξερε γρι ελληνικά. Φυσικά, ούτε λόγος για τον εθνικό ύμνο, που ακούστηκε προς τιμήν του. Ωστόσο η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή ξεπερνώντας τις ακροδεξιές κραυγές, τον έχρισε σημαιοφόρο της ελληνικής ομάδας στο Πεκίνο. Και έχει θέσει υποψηφιότητα να κρατήσει την ελληνική σημαία και στην τελετή λήξης του Λονδίνου.
Οκτώ χρόνια μετά τον θρίαμβο της Αθήνας, ο Ηλίας είναι και πάλι στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων. Μόνο που πλέον οι γεωργιανοί δημοσιογράφοι δεν πανηγυρίζουν το μετάλλιό του. «Αυτός έγινε πιο Έλληνας από τους Έλληνες», σχολίαζαν όταν έδειχνε με πάθος το ελληνικό εθνόσημο στο μέρος της καρδιάς. Τα ελληνικά του Ηλία έχουν βελτιωθεί βέβαια, αλλά ακόμα δεν μπορεί να εκφραστεί επαρκώς όπως θα ήθελε. Αλλά βρήκε τον τρόπο να εκδηλώσει τα συναισθήματά του.
Βέβαια, ο Ηλίας Ηλιάδης δεν κέρδισε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο για την Ελλάδα με το... αζημίωτο. Εγινε αξιωματικός του Στρατού Ξηράς, όπως όλοι οι ολυμπιονίκες μας που διορίζονταν στα σώματα ασφαλείας. Εξασφάλισε το επαγγελματικό του μέλλον, ξέρει ότι θα μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς την οικογένειά του ακόμα και όταν σταματήσει τον (πρωτ)αθλητισμό. Ωστόσο υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά στον τρόπο που αντιμετωπίζει η ελληνική πολιτεία τους αθλητές της, σε σχέση πχ με την γερμανική και τον Σιδέρη Τασιάδη. Ο τελευταίος διορίστηκε αστυνομικός πριν φέρει οποιο�ήποτε μετάλλιο. Ο Ηλίας χρειάστηκε να στεφθεί ολυμπιονίκης για να αποκτήσει αυτές τις τιμές. Και όμως, η νίκη από την ήττα απέχουν ελάχιστα στον αθλητισμό. Ποιος ξεχνά άλλωστε ότι ο Ηλιάδης στο Πεκίνο έχασε από τον πρώτο αγώνα; Φαντάζεστε να είχε συμβεί αυτό στην Αθήνα; Θα τον έτρωγε η μαρμάγκα, ουδείς θα ασχολούνταν μαζί του, πιθανότατα θα μετάνιωνε οικτρά για την απόφασή του να μεταναστεύσει στην Ελλάδα.
«Έλληνες είναι όλοι όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας» έλεγε πριν κάτι χρόνια ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος, μετά τον σάλο που ξέσπασε όταν ο αλβανός μαθητής Οδυσσέας Τσενάι κλήθηκε να παρελάσει ως σημαιοφόρος του σχολείου του, χάρη στις βαθμολογικές επιδόσεις του. Ο Ηλίας Ηλιάδης μετέχει αυτής της ελληνικής παιδείας τα τελευταία δέκα χρόνια. Ίσως το 2004, όταν πανηγυρίζαμε το χρυσό του μετάλλιο, δεν ήταν τόσο Έλληνας όσο θα θέλαμε. Δέκα χρόνια μετά, απέδειξε ότι είναι. Και ας τον χαρακτηρίζουν «προδότη» κάπου μακριά στην Γεωργ�α...