του Δημήτρη Θ.Αλεξόπουλου
Εντονες είναι οι παρασκηνιακές συζητήσεις στους αρχιερατικούς, και όχι μόνον, κύκλους της Εκκλησίας της Ελλάδος για το τι μέλλει γενέσθαι με αφορμή κυρίως τη νέα φημολογία για δήθεν...
οικονομικά σκάνδαλα μητροπολιτών της χώρας. Οι ιεράρχες της νέας γενιάς, θέλοντας να «εκμεταλλευτούν» την παρουσία στη θέση του Πρώτου ενός ήπιου και αρκετά διορατικού ποιμένα, όπως ο Αθηνών Ιερώνυμος Λιάπης, συζητούν σε πρώτο στάδιο και σχεδιάζουν να πιέσουν ακολούθως για μια ουσιαστική αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως αυτός έχει θεσμοθετηθεί με τον Νόμο 590 του 1977.
Η φαρέτρα των επιχειρημάτων τους είναι πλούσια:
Πρώτον, θεωρούν ότι το «αυτοδιοίκητο» των μητροπόλεων επιτείνει τα φαινόμενα κακοδιαχείρι�ης, τα οποία δεν είναι κατ' ανάγκην απαραίτητο να υποκρύπτουν δόλο. Η πληθώρα των κατά τόπους ιδρυμάτων και η εν πολλοίς άγνοια λογιστικής διοικήσεως εμπλέκει τις περισσότερες φορές σεβάσμιους ιεράρχες σε αδιαφανείς υποθέσεις εν αγνοία τους.
Δεύτερον, σε περιπτώσεις μακροβιότητας ορισμένων ιεραρχών, και πάλι εν αγνοία των ιδίων των ποιμένων, δημιουργούνται στεγανά εξουσίας από διάφορους προσκείμενους ή και συγγενείς των που μετατρέπουν την άδολη εμπιστοσύνη ενός σεβάσμιου ιεράρχη σε πέπλο για να προωθήσουν μικρής ή μεγάλης εκτάσεως σχέδ�! �α διασπάθισης δημοσίου χρήματος.
Τρίτον, οι υποστηρικτές της μιας, ενιαίας Εκκλησίας της Ελλάδος καταθέτουν την αμφιβολία τους για το κατά πόσον είναι δυνατόν να υπάρχει καθαρή εικόνα από τη Σύνοδο για μητροπολίτες που δικαιωματικά και νομιμόφρονα, βάσει της Πατριαρχικής Πράξης του 1928, «φλερτάρουν» όχι μόνον πνευματικά αλλά και διοικητικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εδώ κάποιοι ενθυμούνται τις προθέσεις του μακαριστού αρχιεπισκόπου κηρού Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη και πόσο τού κόστισαν ψυχικά και εκκλησιαστικά.
Τέταρτον, διερωτώντ�ι αν με τον παρόντα Καταστατικό Χάρτη και τις χρονοβόρες και περίπλοκες διαδικασίες που προβλέπει δύναται η Εκκλησία της Ελλάδος να αντιμετωπίσει τα νέα αιτήματα των καιρών εν μέσω της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης. Τι θα συμβεί εάν ξεκινήσουν οι συνομιλίες για διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας; Τι θα συμβεί με τις μητροπόλεις που για διαφόρους λόγους δεν θα μπορούν να στηρίξουν τη μισθοδότηση των ιερέων τους; Θα είναι νομικά καλυμμένη η Σύνοδος να παρεμβαίνει και να στηρίζει από ένα κεντρικό ταμείο;
Πέμπτον, εάν ο Αθηνών Ιερώνυμος επιτύχει τ�! �ν απ�! �γκλωβισμό της δεσμευμένης ακίνητης εκκλησιαστικής περιουσίας σε πανελλήνιο επίπεδο, πόσο ικανές είναι από πλευράς στελεχικού δυναμικού οι επαρχιακές μητροπόλεις προκειμένου να υποστηρίξουν τα συμφέροντά τους και να μην πέσουν θύματα υφαρπαγής της περιουσίας τους, ανοίγοντας μάλιστα έναν ακόμα κύκλο σκανδαλολογίας;
Εκτον, μια τελείως ξεχωριστή, επιπλέον, περίπτωση αποτελούν οι μονές στις επαρχιακές μητροπόλεις, αρκετές των οποίων ήδη έχουν τριβές με τους επιχώριους επισκόπους για τη διοίκησή τους. Αρκετές είναι κτήτορες τεράστιων ακίνητων �εριουσιών (κυρίως εδαφικών) και ο ρόλος τους καθίσταται προφανής εάν προωθηθούν τα σχέδια για δυνατότητα αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, στην οποία νοείται και η μοναστηριακή.
«Μόνοι μας και όχι συρόμενοι από τις εξελίξεις»
Σε έναν τέτοιον προδιαγραφόμενο αυτοεγκλωβισμό της Εκκλησίας σε έναν παλαιό Καταστατικό Χάρτη διοικήσεως, οι νεωτεριστές αλλά και πολλοί φωτισμένοι ιεράρχες της αποκαλούμενης πρεσβυτέρας ιεραρχίας συζητούν και σχεδιάζουν να εισηγηθούν την αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη όπως αυτός ισχύει από! το 197! 7 βάσει του Νόμου 590 της τότε δεύτερης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή επί αρχιεπισκοπίας του από Ιωαννίνων, μακαριστού Σεραφείμ Τίκα. «Τώρα μόνοι μας, και προτού αναγκαστούμε να το κάνουμε βιαστικά υπό την πίεση των εξελίξεων που δεν θα μας επιτρέπουν να αντιδράσουμε ψύχραιμα και προς το συμφέρον της Εκκλησίας της Ελλάδος», τονίζει σεβάσμιος ιεράρχης προς την «Α».
Τα βασικά εμπόδια σε μια αναθεώρηση του Χάρτη της Εκκλησίας είναι μέσα στην ίδια την ιεραρχία:
Κατ' αρχάς, το μεγάλο σώμα των ιερέων δεν θα ήταν κατ' α�χήν αρνητικό, καθώς μια αναθεώρηση υπό συνθήκες ομαλότητας και όχι εσπευσμένα, δηλαδή μετά από εκτενή διάλογο όλων των εμπλεκομένων, θα μπορούσε να οδηγήσει και στην επαναγραφή του πεπαλαιωμένου τρόπου διοικήσεως από τους επισκόπους ως προς τους ιερείς και την επαγγελματική τους εξέλιξη. Πολλοί ιεράρχες παραμένουν προσκολλημένοι σε παλαιές τακτικές, που ενδεχομένως να καλύπτουν μια διοικητική ανικανότητά τους να αντιδράσουν δυναμικά, εκφοβίζοντας ίσως τους απόλυτα εξαρτώμενους από την εύνοιά τους χιλιάδες ιερείς.
Και δεύτερον, σημαντικά! εμπό! δια αναμένονται από τους μητροπολίτες που φλερτάρουν εκκλησιαστικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δεν διαβλέπουν ότι η Ελλαδική Εκκλησία δεν θα μπορεί αντικειμενικά να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της νέας εποχής εάν δεν ομογενοποιηθεί και συγκροτηθεί σε ένα ενιαίο Σώμα, αδιαίρετο πνευματικά και διοικητικά. Αλλες οι εποχές, τονίζουν πολλοί διορατικοί μητροπολίτες και θεολόγοι, που προέβλεπαν τη διηρημένη διοίκηση των διαφόρων μητροπόλεων, όπως και την ύπαρξη των αυτοκέφαλων εκκλησιών της Κρήτης και της Δωδεκανήσου, οι οποίες σιτίζονται όμως απ� τον κρατικό προϋπολογισμό της... μητέρας Ελλάδος, και άλλες οι σημερινές, που απαιτούν συντονισμό, ταχύτητα για να υπάρξει ωφέλιμη αποτελεσματικότητα για τα συμφέροντα πρωτίστως της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το ενδεχόμενο διακοπής της μισθοδοσίας και ο πρώτος σχεδιασμός
Με αφορμή πάντως το ορατό ενδεχόμενο διακοπής μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών έχει ήδη ζητήσει από καιρού από τον μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Σαββάτο την προπαρασκευή ενός πρώτου σχεδίου αντιδράσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και �! �άσει! των δημοσιευμάτων που έχουν υπάρξει διαφαίνεται η πρόθεση να ενισχυθεί η κεντρική εκκλησιαστική διοίκηση χάριν της καλύτερης και αποτελεσματικότερης αξιοποίησης της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο αρχιεπίσκοπος διαμηνύει ότι αν και η Εκκλησία δεν θα επιδιώξει τώρα αλλαγή του status σχετικά με τη μισθοδοσία των ιερέων, οφείλει όμως «να κινητοποιηθεί και να μη μείνει με σταυρωμένα χέρια». Σε αυτό το πλαίσιο από πλευράς Εκκλησίας της Ελλάδος θα ζητηθεί να αρθεί η φορολογία στην Εκκλησία, να ξ�καθαρίσουν οι τίτλοι της περιουσίας της προκειμένου να την αξιοποιήσει, τα έσοδα των μεγάλων προσκυνημάτων (Τήνος, Σουμελά κ.ά.) να τα διαχειρίζεται μια κεντρική διοίκηση, ενώ θα δίνουν ένα ποσοστό όλα τα προσκυνήματα που υπάρχουν στη χώρα στο κεντρικό εκκλησιαστικό ταμείο που θα δημιουργηθεί. Για να συμβούν όμως όλα αυτά, προαπαιτούμενη είναι η αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη από ανθρώπους της Εκκλησίας και υπέρ των συμφερόντων της.
πηγή
Εντονες είναι οι παρασκηνιακές συζητήσεις στους αρχιερατικούς, και όχι μόνον, κύκλους της Εκκλησίας της Ελλάδος για το τι μέλλει γενέσθαι με αφορμή κυρίως τη νέα φημολογία για δήθεν...
οικονομικά σκάνδαλα μητροπολιτών της χώρας. Οι ιεράρχες της νέας γενιάς, θέλοντας να «εκμεταλλευτούν» την παρουσία στη θέση του Πρώτου ενός ήπιου και αρκετά διορατικού ποιμένα, όπως ο Αθηνών Ιερώνυμος Λιάπης, συζητούν σε πρώτο στάδιο και σχεδιάζουν να πιέσουν ακολούθως για μια ουσιαστική αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως αυτός έχει θεσμοθετηθεί με τον Νόμο 590 του 1977.
Η φαρέτρα των επιχειρημάτων τους είναι πλούσια:
Πρώτον, θεωρούν ότι το «αυτοδιοίκητο» των μητροπόλεων επιτείνει τα φαινόμενα κακοδιαχείρι�ης, τα οποία δεν είναι κατ' ανάγκην απαραίτητο να υποκρύπτουν δόλο. Η πληθώρα των κατά τόπους ιδρυμάτων και η εν πολλοίς άγνοια λογιστικής διοικήσεως εμπλέκει τις περισσότερες φορές σεβάσμιους ιεράρχες σε αδιαφανείς υποθέσεις εν αγνοία τους.
Δεύτερον, σε περιπτώσεις μακροβιότητας ορισμένων ιεραρχών, και πάλι εν αγνοία των ιδίων των ποιμένων, δημιουργούνται στεγανά εξουσίας από διάφορους προσκείμενους ή και συγγενείς των που μετατρέπουν την άδολη εμπιστοσύνη ενός σεβάσμιου ιεράρχη σε πέπλο για να προωθήσουν μικρής ή μεγάλης εκτάσεως σχέδ�! �α διασπάθισης δημοσίου χρήματος.
Τρίτον, οι υποστηρικτές της μιας, ενιαίας Εκκλησίας της Ελλάδος καταθέτουν την αμφιβολία τους για το κατά πόσον είναι δυνατόν να υπάρχει καθαρή εικόνα από τη Σύνοδο για μητροπολίτες που δικαιωματικά και νομιμόφρονα, βάσει της Πατριαρχικής Πράξης του 1928, «φλερτάρουν» όχι μόνον πνευματικά αλλά και διοικητικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εδώ κάποιοι ενθυμούνται τις προθέσεις του μακαριστού αρχιεπισκόπου κηρού Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη και πόσο τού κόστισαν ψυχικά και εκκλησιαστικά.
Τέταρτον, διερωτώντ�ι αν με τον παρόντα Καταστατικό Χάρτη και τις χρονοβόρες και περίπλοκες διαδικασίες που προβλέπει δύναται η Εκκλησία της Ελλάδος να αντιμετωπίσει τα νέα αιτήματα των καιρών εν μέσω της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης. Τι θα συμβεί εάν ξεκινήσουν οι συνομιλίες για διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας; Τι θα συμβεί με τις μητροπόλεις που για διαφόρους λόγους δεν θα μπορούν να στηρίξουν τη μισθοδότηση των ιερέων τους; Θα είναι νομικά καλυμμένη η Σύνοδος να παρεμβαίνει και να στηρίζει από ένα κεντρικό ταμείο;
Πέμπτον, εάν ο Αθηνών Ιερώνυμος επιτύχει τ�! �ν απ�! �γκλωβισμό της δεσμευμένης ακίνητης εκκλησιαστικής περιουσίας σε πανελλήνιο επίπεδο, πόσο ικανές είναι από πλευράς στελεχικού δυναμικού οι επαρχιακές μητροπόλεις προκειμένου να υποστηρίξουν τα συμφέροντά τους και να μην πέσουν θύματα υφαρπαγής της περιουσίας τους, ανοίγοντας μάλιστα έναν ακόμα κύκλο σκανδαλολογίας;
Εκτον, μια τελείως ξεχωριστή, επιπλέον, περίπτωση αποτελούν οι μονές στις επαρχιακές μητροπόλεις, αρκετές των οποίων ήδη έχουν τριβές με τους επιχώριους επισκόπους για τη διοίκησή τους. Αρκετές είναι κτήτορες τεράστιων ακίνητων �εριουσιών (κυρίως εδαφικών) και ο ρόλος τους καθίσταται προφανής εάν προωθηθούν τα σχέδια για δυνατότητα αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, στην οποία νοείται και η μοναστηριακή.
«Μόνοι μας και όχι συρόμενοι από τις εξελίξεις»
Σε έναν τέτοιον προδιαγραφόμενο αυτοεγκλωβισμό της Εκκλησίας σε έναν παλαιό Καταστατικό Χάρτη διοικήσεως, οι νεωτεριστές αλλά και πολλοί φωτισμένοι ιεράρχες της αποκαλούμενης πρεσβυτέρας ιεραρχίας συζητούν και σχεδιάζουν να εισηγηθούν την αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη όπως αυτός ισχύει από! το 197! 7 βάσει του Νόμου 590 της τότε δεύτερης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή επί αρχιεπισκοπίας του από Ιωαννίνων, μακαριστού Σεραφείμ Τίκα. «Τώρα μόνοι μας, και προτού αναγκαστούμε να το κάνουμε βιαστικά υπό την πίεση των εξελίξεων που δεν θα μας επιτρέπουν να αντιδράσουμε ψύχραιμα και προς το συμφέρον της Εκκλησίας της Ελλάδος», τονίζει σεβάσμιος ιεράρχης προς την «Α».
Τα βασικά εμπόδια σε μια αναθεώρηση του Χάρτη της Εκκλησίας είναι μέσα στην ίδια την ιεραρχία:
Κατ' αρχάς, το μεγάλο σώμα των ιερέων δεν θα ήταν κατ' α�χήν αρνητικό, καθώς μια αναθεώρηση υπό συνθήκες ομαλότητας και όχι εσπευσμένα, δηλαδή μετά από εκτενή διάλογο όλων των εμπλεκομένων, θα μπορούσε να οδηγήσει και στην επαναγραφή του πεπαλαιωμένου τρόπου διοικήσεως από τους επισκόπους ως προς τους ιερείς και την επαγγελματική τους εξέλιξη. Πολλοί ιεράρχες παραμένουν προσκολλημένοι σε παλαιές τακτικές, που ενδεχομένως να καλύπτουν μια διοικητική ανικανότητά τους να αντιδράσουν δυναμικά, εκφοβίζοντας ίσως τους απόλυτα εξαρτώμενους από την εύνοιά τους χιλιάδες ιερείς.
Και δεύτερον, σημαντικά! εμπό! δια αναμένονται από τους μητροπολίτες που φλερτάρουν εκκλησιαστικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δεν διαβλέπουν ότι η Ελλαδική Εκκλησία δεν θα μπορεί αντικειμενικά να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της νέας εποχής εάν δεν ομογενοποιηθεί και συγκροτηθεί σε ένα ενιαίο Σώμα, αδιαίρετο πνευματικά και διοικητικά. Αλλες οι εποχές, τονίζουν πολλοί διορατικοί μητροπολίτες και θεολόγοι, που προέβλεπαν τη διηρημένη διοίκηση των διαφόρων μητροπόλεων, όπως και την ύπαρξη των αυτοκέφαλων εκκλησιών της Κρήτης και της Δωδεκανήσου, οι οποίες σιτίζονται όμως απ� τον κρατικό προϋπολογισμό της... μητέρας Ελλάδος, και άλλες οι σημερινές, που απαιτούν συντονισμό, ταχύτητα για να υπάρξει ωφέλιμη αποτελεσματικότητα για τα συμφέροντα πρωτίστως της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το ενδεχόμενο διακοπής της μισθοδοσίας και ο πρώτος σχεδιασμός
Με αφορμή πάντως το ορατό ενδεχόμενο διακοπής μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών έχει ήδη ζητήσει από καιρού από τον μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Σαββάτο την προπαρασκευή ενός πρώτου σχεδίου αντιδράσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και �! �άσει! των δημοσιευμάτων που έχουν υπάρξει διαφαίνεται η πρόθεση να ενισχυθεί η κεντρική εκκλησιαστική διοίκηση χάριν της καλύτερης και αποτελεσματικότερης αξιοποίησης της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο αρχιεπίσκοπος διαμηνύει ότι αν και η Εκκλησία δεν θα επιδιώξει τώρα αλλαγή του status σχετικά με τη μισθοδοσία των ιερέων, οφείλει όμως «να κινητοποιηθεί και να μη μείνει με σταυρωμένα χέρια». Σε αυτό το πλαίσιο από πλευράς Εκκλησίας της Ελλάδος θα ζητηθεί να αρθεί η φορολογία στην Εκκλησία, να ξ�καθαρίσουν οι τίτλοι της περιουσίας της προκειμένου να την αξιοποιήσει, τα έσοδα των μεγάλων προσκυνημάτων (Τήνος, Σουμελά κ.ά.) να τα διαχειρίζεται μια κεντρική διοίκηση, ενώ θα δίνουν ένα ποσοστό όλα τα προσκυνήματα που υπάρχουν στη χώρα στο κεντρικό εκκλησιαστικό ταμείο που θα δημιουργηθεί. Για να συμβούν όμως όλα αυτά, προαπαιτούμενη είναι η αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη από ανθρώπους της Εκκλησίας και υπέρ των συμφερόντων της.
πηγή