Ένα παλαμικό και πέντε δακτυλικά αποτυπώματα: δέκα χρόνια μετά την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη», αυτές είναι σύμφωνα με τις διωκτικές αρχές, οι ...
εκκρεμότητες στον φάκελο της υπόθεσης. Ή τουλάχιστον οι χειροπιαστές εκκρεμότητες διότι, όπως αναφέρουν οι άνθρωποι που χειρίστηκαν την υπόθεση, υπάρχει πάντοτε το ζήτημα του καθοδηγητικού οργάνου της 17Ν, ενός άτυπου «πολίτμπιρο», το οποίο οι ίδιοι πιστεύουν ότι υπήρξε και λειτούργησε, χωρίς αυτό ποτέ να αποδειχθεί δικονομικά. Το παλαμικό αποτύπωμα είναι, ίσως, το πιο ενδιαφέρον από τα «ορφανά» ευρήματα, καθώς εντοπίσθηκε στην μπανιέρα της γιάφκας της οδού Δαμάρεως, στο Παγκράτι. Εκτιμάται ότι ανήκει σε πρόσωπο που βρέθηκε εκεί λίγες ημέρες πριν εισβάλλει η Αντιτρομοκρατική και βοήθησε τον Δημήτρη Κουφοντίνα να καθαρίσει τον χώρο. Ο άγνωστος προσπάθησε να μην αφήσει ίχνη της παρουσίας του στον χώρο και το αποτύπωμα εντοπίσθηκε μισοσβησμένο. Τα υπόλοιπα «ορφανά» αποτυπώματα ήταν συνολικά επτά και βρέθηκαν είτε σε αντικείμενα μέσα στις γιάφκες ή σε επιφάνειες. Η έρευνα για την ταυτοποίησή τους ουσιαστικά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Έγινε διασταύρωση με στοιχεία από καρτέλες ταυτοτήτων και αρχεία υποθέσεων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και ορισμένες περιοχές, που θεωρήθηκαν «ειδικού» ενδιαφέροντος όπως, για παράδειγμα, η Ικαρία. Η έρευνα αυτή απέδωσε δύο ταυτοποιήσεις, άσχετες, όμως με τη δράση της οργάνωσης. Το ένα αποτύπωμα -είχε εντοπισθεί σε βιβλίο- όπως αποδείχθηκε ανήκε σε Αιγύπτιο, υπάλληλο π�ριπτέρου. Το δεύτερο, ήταν το αποτύπωμα Πολωνού υδραυλικού, ο οποίος, προφανώς, είχε κληθεί για επισκευή βλάβης στη γιάφκα της Δαμάρεως. Όσον αφορά το άτυπο καθοδηγητικό όργανο της 17Ν, εκτιμάται ότι ορισμένοι από τους συμμετέχοντες σε αυτό, συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να ασκούν ρόλο πολιτικού καθοδηγητή ορισμένων εκ των καταδικασθέντων. Το αντικείμενο της καθοδήγησης έχει μετατοπισθεί σε άλλο επίπεδο πλέον και αφορά το πώς θα μπορούσαν να διαμορφωθούν όροι συνέχειας του ένοπλου αγώνα και πώς μπορεί να αξιοποιηθεί η παρακαταθήκη της οργάνωσης. Πάντως, η πληροφορία για την ύπαρξη ενός τέτοιου άτυπου οργάνου, μαζί με ορισμένα άλλα στοιχεία, φαίνεται ότι είχαν περιέλθει στις αρχές πριν απ� την έκρηξη που οδήγησε στην εξάρθρωση της οργάνωσης και μάλιστα από κάποιον που γνώριζε πρόσωπα και πράγματα. Όπως χαρακτηριστικά λέει αξιωματικός με κεντρικό ρόλο στην έρευνα, «όλα τα κάστρα πέφτουν από μέσα». Οι πτυχές της επιχείρησης εξάρθρωσης της 17Ν που έμειναν αφανείς είναι λίγες, λόγω της τεράστιας δημοσιότητας που πήρε. Σήμερα, ο ίδιος αξιωματικός, διατυπώνει την άποψη ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας εγκατέλειψε το κρησφύγετό του στο Αγκίστρι και παραδόθηκε στις αρχές, διότι αισθάνθηκε ότι οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής ήταν στα ίχνη του. Τις προηγούμενες ημέρες, κλιμάκια αστυνομικών «χτένισαν» την Αίγινα. Οι έρευνες είχαν στραφεί εκεί από την παρακολούθηση μιας εκ των γυναικών που είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση ως ύποπτες. Με βάση κάποιες από τις ενδείξε�ς που περιήλθαν υπόψη αυτών που έχουν επιφορτιστεί με αυτό το έργο, αποφασίσθηκε να επεκταθούν οι έρευνες αρχικά στην Αίγινα και, ακολούθως, στα γύρω νησιά. Μια γυναίκα παρ' ολίγον να σταθεί μοιραία για τη 17Ν και 10 χρόνια πριν από την τελική εξάρθρωσή της. Στην υπόθεση που έμεινε γνωστή ως «φιάσκο της Ριανκούρ», όταν οι αστυνομικοί βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο με τα μέλη της οργάνωσης, που, τελικά, κατάφεραν να διαφύγουν. Την πληροφορία για τη συνάντηση μελών της 17Ν στην οδό Λουίζης Ριανκούρ, όντως, είχε δώσει τηλεφωνικά στην αστυνομία μια γυναίκα. Οι διωκτικές αρχές έχουν καταλήξει στην εκτίμηση ότι το κίνητρό της ήταν ερωτική αντιζηλία. Ειδικότερα, ότι πρόκειται για μια γυναίκα που διατηρούσε πολυετή σχέση μεέναν εκ των τρομοκρατών και λίγες ημέρες πριν από την υπόθεση Ριανκούρ αντελήφθη ότι αυτός την απατούσε. Αφού πέταξε τα ρούχα του στον δρόμο, σήκωσε το ακουστικό και έδωσε την πληροφορία στην αστυνομία... Από το 1991 -όπως αποκαλύπτεται από το απόρρητο έγγραφο της Αντιτρομοκρατικής που δημοσιεύει σήμερα η «Κ» - οι διωκτικές αρχές είχαν εντάξει τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο σε ένα στενό κύκλο ατόμων, που πιθανολογούσαν ότι σχετίζονται με τη 17Ν. Οι έρευνες, όπως αναφέρει σήμερα καλά πληροφορημένη πηγή, με επίκεντρο Έλληνες που είχαν διαφύγει στη Γαλλία την περίοδο της δικτατορίας, είχαν αρχίσει περίπου δύο χρόνια νωρίτερα. Αφορούσαν, δε, στην αρχική τους φάση, περίπου 200 άτομα, για τα οποία αναζητήθηκαν στοιχεία και πληροφορίες. Στην τελική φάση της έρευνας αυτής, �ια δύο άτομα δεν είχε βρεθεί κανένα στοιχείο ως προς το πού μπορεί να βρίσκονταν. Ο ένας ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ή Γιατόπουλος, όπως αναφέρει το έγγραφο, που παρέμεινε εξαφανισμένος για τις αρχές μέχρι τον εντοπισμό του στους Λειψούς. Η μόνη φωτογραφία του Γιωτόπουλου που βρήκαν οι ασχολούμενοι με την έρευνα ήταν σε εφηβική ηλικία. Η αμέσως επόμενη περιγραφή του, ήταν αυτή του Σάββα Ξηρού, που μίλησε για τον «Λάμπρο», λέγοντας ότι «είναι ίδιος ο Κούνδουρος». Ο δεύτερος δεν βρέθηκε ποτέ. Πρόκειται για έναν άνδρα με καταγωγή από τη Χίο, τα ίχνη του οποίου δεν κατέστη εφικτό να εντοπισθούν και πιθανολογείται ότι είναι από χρόνια νεκρός. Στον Κορυδαλλό εξακολουθούν να κρατούνται, έχοντας να εκτίσουν βαρύτατες ποινές, οι Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, Δημήτρης Κουφοντίνας, Χριστόδουλος Ξηρός, Βασίλης Τζωρτζάτος και Ηρακλής Κωστάρης. Μάλιστα, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι καταδικασθέντες έχουν χωριστεί σε δύο «στρατόπεδα». Οι υπόλοιποι εκ των καταδικασθέντων έχουν αποφυλακισθεί, κάνοντας χρήση των διατάξεων για πρόωρη αποφυλάκιση με έκτιση των δύο τρίτων της ποινής. Μετά την αποφυλάκισή τους έχουν επιστρέψει στην καθημερινότητά τους και οι περισσότεροι ασκούν τα επαγγέλματα που ασκούσαν και πριν από τη σύλληψή τους. Ετσι, ο Βασίλης Ξηρός επέστρεψε στην Καλλικράτεια και ασχολείται με την κτηνοτροφία. Ο Σωτήρης Κονδύλης ζει στην Αθήνα και δουλεύει σε μάντρα οικοδομικών υλικών. Ο Κώστας Καρατσώλης εργάζεται σε μεσιτικό γραφείο. Ο Θωμάς Σερίφης δουλεύει σε εστιατόριο. Ο Πα�λος Σερίφης είναι συνταξιούχος. Ο Νίκος Παπαναστασίου δουλεύει σε κεραμοποιείο. Ο Διονύσης Γεωργιάδης επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και ασχολείται με την επιπλοποιία. Ο Κωνσταντίνος Τέλιος επέστρεψε επίσης στη Θεσσαλονίκη.
εκκρεμότητες στον φάκελο της υπόθεσης. Ή τουλάχιστον οι χειροπιαστές εκκρεμότητες διότι, όπως αναφέρουν οι άνθρωποι που χειρίστηκαν την υπόθεση, υπάρχει πάντοτε το ζήτημα του καθοδηγητικού οργάνου της 17Ν, ενός άτυπου «πολίτμπιρο», το οποίο οι ίδιοι πιστεύουν ότι υπήρξε και λειτούργησε, χωρίς αυτό ποτέ να αποδειχθεί δικονομικά. Το παλαμικό αποτύπωμα είναι, ίσως, το πιο ενδιαφέρον από τα «ορφανά» ευρήματα, καθώς εντοπίσθηκε στην μπανιέρα της γιάφκας της οδού Δαμάρεως, στο Παγκράτι. Εκτιμάται ότι ανήκει σε πρόσωπο που βρέθηκε εκεί λίγες ημέρες πριν εισβάλλει η Αντιτρομοκρατική και βοήθησε τον Δημήτρη Κουφοντίνα να καθαρίσει τον χώρο. Ο άγνωστος προσπάθησε να μην αφήσει ίχνη της παρουσίας του στον χώρο και το αποτύπωμα εντοπίσθηκε μισοσβησμένο. Τα υπόλοιπα «ορφανά» αποτυπώματα ήταν συνολικά επτά και βρέθηκαν είτε σε αντικείμενα μέσα στις γιάφκες ή σε επιφάνειες. Η έρευνα για την ταυτοποίησή τους ουσιαστικά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Έγινε διασταύρωση με στοιχεία από καρτέλες ταυτοτήτων και αρχεία υποθέσεων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και ορισμένες περιοχές, που θεωρήθηκαν «ειδικού» ενδιαφέροντος όπως, για παράδειγμα, η Ικαρία. Η έρευνα αυτή απέδωσε δύο ταυτοποιήσεις, άσχετες, όμως με τη δράση της οργάνωσης. Το ένα αποτύπωμα -είχε εντοπισθεί σε βιβλίο- όπως αποδείχθηκε ανήκε σε Αιγύπτιο, υπάλληλο π�ριπτέρου. Το δεύτερο, ήταν το αποτύπωμα Πολωνού υδραυλικού, ο οποίος, προφανώς, είχε κληθεί για επισκευή βλάβης στη γιάφκα της Δαμάρεως. Όσον αφορά το άτυπο καθοδηγητικό όργανο της 17Ν, εκτιμάται ότι ορισμένοι από τους συμμετέχοντες σε αυτό, συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να ασκούν ρόλο πολιτικού καθοδηγητή ορισμένων εκ των καταδικασθέντων. Το αντικείμενο της καθοδήγησης έχει μετατοπισθεί σε άλλο επίπεδο πλέον και αφορά το πώς θα μπορούσαν να διαμορφωθούν όροι συνέχειας του ένοπλου αγώνα και πώς μπορεί να αξιοποιηθεί η παρακαταθήκη της οργάνωσης. Πάντως, η πληροφορία για την ύπαρξη ενός τέτοιου άτυπου οργάνου, μαζί με ορισμένα άλλα στοιχεία, φαίνεται ότι είχαν περιέλθει στις αρχές πριν απ� την έκρηξη που οδήγησε στην εξάρθρωση της οργάνωσης και μάλιστα από κάποιον που γνώριζε πρόσωπα και πράγματα. Όπως χαρακτηριστικά λέει αξιωματικός με κεντρικό ρόλο στην έρευνα, «όλα τα κάστρα πέφτουν από μέσα». Οι πτυχές της επιχείρησης εξάρθρωσης της 17Ν που έμειναν αφανείς είναι λίγες, λόγω της τεράστιας δημοσιότητας που πήρε. Σήμερα, ο ίδιος αξιωματικός, διατυπώνει την άποψη ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας εγκατέλειψε το κρησφύγετό του στο Αγκίστρι και παραδόθηκε στις αρχές, διότι αισθάνθηκε ότι οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής ήταν στα ίχνη του. Τις προηγούμενες ημέρες, κλιμάκια αστυνομικών «χτένισαν» την Αίγινα. Οι έρευνες είχαν στραφεί εκεί από την παρακολούθηση μιας εκ των γυναικών που είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση ως ύποπτες. Με βάση κάποιες από τις ενδείξε�ς που περιήλθαν υπόψη αυτών που έχουν επιφορτιστεί με αυτό το έργο, αποφασίσθηκε να επεκταθούν οι έρευνες αρχικά στην Αίγινα και, ακολούθως, στα γύρω νησιά. Μια γυναίκα παρ' ολίγον να σταθεί μοιραία για τη 17Ν και 10 χρόνια πριν από την τελική εξάρθρωσή της. Στην υπόθεση που έμεινε γνωστή ως «φιάσκο της Ριανκούρ», όταν οι αστυνομικοί βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο με τα μέλη της οργάνωσης, που, τελικά, κατάφεραν να διαφύγουν. Την πληροφορία για τη συνάντηση μελών της 17Ν στην οδό Λουίζης Ριανκούρ, όντως, είχε δώσει τηλεφωνικά στην αστυνομία μια γυναίκα. Οι διωκτικές αρχές έχουν καταλήξει στην εκτίμηση ότι το κίνητρό της ήταν ερωτική αντιζηλία. Ειδικότερα, ότι πρόκειται για μια γυναίκα που διατηρούσε πολυετή σχέση μεέναν εκ των τρομοκρατών και λίγες ημέρες πριν από την υπόθεση Ριανκούρ αντελήφθη ότι αυτός την απατούσε. Αφού πέταξε τα ρούχα του στον δρόμο, σήκωσε το ακουστικό και έδωσε την πληροφορία στην αστυνομία... Από το 1991 -όπως αποκαλύπτεται από το απόρρητο έγγραφο της Αντιτρομοκρατικής που δημοσιεύει σήμερα η «Κ» - οι διωκτικές αρχές είχαν εντάξει τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο σε ένα στενό κύκλο ατόμων, που πιθανολογούσαν ότι σχετίζονται με τη 17Ν. Οι έρευνες, όπως αναφέρει σήμερα καλά πληροφορημένη πηγή, με επίκεντρο Έλληνες που είχαν διαφύγει στη Γαλλία την περίοδο της δικτατορίας, είχαν αρχίσει περίπου δύο χρόνια νωρίτερα. Αφορούσαν, δε, στην αρχική τους φάση, περίπου 200 άτομα, για τα οποία αναζητήθηκαν στοιχεία και πληροφορίες. Στην τελική φάση της έρευνας αυτής, �ια δύο άτομα δεν είχε βρεθεί κανένα στοιχείο ως προς το πού μπορεί να βρίσκονταν. Ο ένας ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ή Γιατόπουλος, όπως αναφέρει το έγγραφο, που παρέμεινε εξαφανισμένος για τις αρχές μέχρι τον εντοπισμό του στους Λειψούς. Η μόνη φωτογραφία του Γιωτόπουλου που βρήκαν οι ασχολούμενοι με την έρευνα ήταν σε εφηβική ηλικία. Η αμέσως επόμενη περιγραφή του, ήταν αυτή του Σάββα Ξηρού, που μίλησε για τον «Λάμπρο», λέγοντας ότι «είναι ίδιος ο Κούνδουρος». Ο δεύτερος δεν βρέθηκε ποτέ. Πρόκειται για έναν άνδρα με καταγωγή από τη Χίο, τα ίχνη του οποίου δεν κατέστη εφικτό να εντοπισθούν και πιθανολογείται ότι είναι από χρόνια νεκρός. Στον Κορυδαλλό εξακολουθούν να κρατούνται, έχοντας να εκτίσουν βαρύτατες ποινές, οι Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, Δημήτρης Κουφοντίνας, Χριστόδουλος Ξηρός, Βασίλης Τζωρτζάτος και Ηρακλής Κωστάρης. Μάλιστα, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι καταδικασθέντες έχουν χωριστεί σε δύο «στρατόπεδα». Οι υπόλοιποι εκ των καταδικασθέντων έχουν αποφυλακισθεί, κάνοντας χρήση των διατάξεων για πρόωρη αποφυλάκιση με έκτιση των δύο τρίτων της ποινής. Μετά την αποφυλάκισή τους έχουν επιστρέψει στην καθημερινότητά τους και οι περισσότεροι ασκούν τα επαγγέλματα που ασκούσαν και πριν από τη σύλληψή τους. Ετσι, ο Βασίλης Ξηρός επέστρεψε στην Καλλικράτεια και ασχολείται με την κτηνοτροφία. Ο Σωτήρης Κονδύλης ζει στην Αθήνα και δουλεύει σε μάντρα οικοδομικών υλικών. Ο Κώστας Καρατσώλης εργάζεται σε μεσιτικό γραφείο. Ο Θωμάς Σερίφης δουλεύει σε εστιατόριο. Ο Πα�λος Σερίφης είναι συνταξιούχος. Ο Νίκος Παπαναστασίου δουλεύει σε κεραμοποιείο. Ο Διονύσης Γεωργιάδης επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και ασχολείται με την επιπλοποιία. Ο Κωνσταντίνος Τέλιος επέστρεψε επίσης στη Θεσσαλονίκη.