Στην πόρτα ενός φρενοκομείου συνάντησα ένα νέο με  πρόσωπο ωχρό και  όμορφο, γιομάτο  απορία. 
Κάθισα δίπλα του στο παγκάκι και τον ρώτησα, «Γιατί  είσαι εδώ,»
Με κοίταξε έκπληκτος κι αποκρίθηκε:
 « Άστοχη η ερώτησή σου αλλά!    θα σου απαντήσω. Ο  πατέρας μου με ήθελε πιστό αντίγραφό του, το ίδιο και ο θείος μου. Η μάνα μου  ήθελε ν΄ ακολουθήσω πιστά την εικόνα του άντρα της του θαλασσινού. Ο αδελφός μου  σκέπτεται πως... θα ΄πρεπε να του μοιάζω, να γίνω αθλητής περίφημος. Ο δάσκαλός μου  στη φιλοσοφία, ο δάσκαλος της μουσικής κι δάσκαλος της λογικής με ήθελαν είδωλο  του προσώπου τους μες στον καθρέφτη.
 Γι αυτό ήρθα σε τούτο ΄δω το μέρος. Το βρίσκω πιότερο  λογικό. Τουλάχιστον εδώ μπορώ να είμαι ο εαυτός μου». 
Ξάφνου στράφηκε προς το μέρος μου και  ρώτησε:
 «Πές μου κι εσένα σ΄οδήγησε εδώ η μόρφωση και οι  καλές συμβ!   ουλέ�!   �;».
 « Όχι, εγώ είμαι επισκέπτης»,  αποκρίθηκα. 
«Α, είσαι ένας από αυτούς που ζουν στο φρενοκομείο  απ΄την άλλη πλευρά του τοίχου», συμπλήρωσε εκείνος. 
Kahlil Gibran  
Πηγή

