Η Ελλάδα είναι πλέον ένα οικονομικό και πολιτικό πειραματόζωο στο εργαστήρι του ευρώ και αν επιτύχει το πείραμα (δηλαδή αν έχουν αποτέλεσμα οι μεταρρυθμίσεις και η χώρα επανέλθει σε βιώσιμη ανάπτυξη), τότε η Ελλάδα θα αποτελεί πρότυπο επιτυχούς εξυγίανσης χωρίς έξοδο από την Ευρωζώνη και χωρίς χρεοκοπία, τονίζει ο διάσημος καθηγητής Διεθνούς Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Φριτζ Μπρόις, σε σημερινό του άρθρο στην αυστριακή εφημερίδα «Ντι Πρέσε».Αν σε διαφορετική περίπτωση η οικονομία της Ελλάδας, παρόλες τις προσπάθειεςμεταρρυθμίσεων δεν επανέλθει σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και αποτύχει το τρίτο πρόγραμμα της διάσωσής της με το γενναιόδωρο σχέδιο απομείωσης του χρέους, ακόμη και τότε θα μπορούσε να υπάρξει μια «συμφωνία για την Αθήνα», που δεν χρειάζεται να σημαίνει αναγκαστική έξοδό της από την Ευρωζώνη με ανεξέλεγκτη κρατική πτώχευση και ανυπολόγιστο κόστος για τις χώρες του ευρώ, συμπληρώνει ο Φριτς Μπρόις.
Κατά την άποψή του, σε μια τέτοια περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση (η Ευρωομάδα) μπορεί να προτείνει στην Ελλάδα την εθελοντική της αποχώρηση από την Ένω�! �η, στη βάση του άρθρου 50 των ευρωπαϊκών συνθηκών και σε αντάλλαγμα η Ευρωζώνη να αναλάβει το χρέος της Ελλάδας (ακόμη σε ευρώ) και σε ποσοστό μέχρι το 60% του ΑΕΠ, που θα αντιπροσώπευε, στη βάση των προγνώσεων για το 2014, ποσό 238 δισεκατομμυρίων ευρώ σε δημόσιο χρέος.
Σε αυτή την περίπτωση, όπως σημειώνει, η Ελλάδα θα έπαυε να είναι μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης και θα μπορούσε, υποτιμώντας το νέο ή (παλιό) νομίσμά της να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών και να ξεκινήσει πάλι από την αρχή, ενώ θα είναι δυνατή μια νέα αίτησή της �ια ένταξη στην ΕΕ, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να ενταχτεί και στο ευρώ.
Όπως παρατηρεί ο Αυστριακός οικονομολόγος, μπορεί αυτή η λύση-αντάλλαγμα να μην έχει σχέση με αλληλεγγύη, θα ήταν όμως η τελευταία επιλογή ενός αποτυχημένου πειράματος, για την επανασταθεροποίηση ενός έντονα παραπαίοντος κράτους μέσα στην Ευρωζώνη.
Στο άρθρο του ο Φριτς Μπόις αναφέρει πως σήμερα είναι γνωστό ότι η Ελλάδα δεν έπρεπε να είχε γίνει δεκτή στην Ευρωζώνη, η χώρα παραποίησε δύο φορές τα στατιστικά της στοιχεία – το 2001 όταν εντάχθηκε στη Νομισματική Ένωση κ�! �ι το ! 2009 με την αλλαγή κυβέρνησης – ενώ λάθη έγιναν από όλες τις πλευρές τόσο στην Ελλάδα όσο και από τους ελεγκτές της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς επίσης από τους ηγέτες των χωρών-μελών, που εμπόδισαν αυστηρότερους ελέγχους.
Αναφέρει επίσης, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα βρίσκεται μετά το 2008 στη χειρότερη ύφεση μεταπολεμικά, η ανεργία φθάνει σε ύψος ρεκόρ, το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί από το 2008 κατά 25% και η κατάσταση αυτή μπορεί να συγκριθεί μόνον με το «σοκ» μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, �ετά το 1989, των πρώην χωρών της οικονομίας του πλάνου στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Κατά την άποψή του, σε μια τέτοια περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση (η Ευρωομάδα) μπορεί να προτείνει στην Ελλάδα την εθελοντική της αποχώρηση από την Ένω�! �η, στη βάση του άρθρου 50 των ευρωπαϊκών συνθηκών και σε αντάλλαγμα η Ευρωζώνη να αναλάβει το χρέος της Ελλάδας (ακόμη σε ευρώ) και σε ποσοστό μέχρι το 60% του ΑΕΠ, που θα αντιπροσώπευε, στη βάση των προγνώσεων για το 2014, ποσό 238 δισεκατομμυρίων ευρώ σε δημόσιο χρέος.
Σε αυτή την περίπτωση, όπως σημειώνει, η Ελλάδα θα έπαυε να είναι μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης και θα μπορούσε, υποτιμώντας το νέο ή (παλιό) νομίσμά της να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών και να ξεκινήσει πάλι από την αρχή, ενώ θα είναι δυνατή μια νέα αίτησή της �ια ένταξη στην ΕΕ, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να ενταχτεί και στο ευρώ.
Όπως παρατηρεί ο Αυστριακός οικονομολόγος, μπορεί αυτή η λύση-αντάλλαγμα να μην έχει σχέση με αλληλεγγύη, θα ήταν όμως η τελευταία επιλογή ενός αποτυχημένου πειράματος, για την επανασταθεροποίηση ενός έντονα παραπαίοντος κράτους μέσα στην Ευρωζώνη.
Στο άρθρο του ο Φριτς Μπόις αναφέρει πως σήμερα είναι γνωστό ότι η Ελλάδα δεν έπρεπε να είχε γίνει δεκτή στην Ευρωζώνη, η χώρα παραποίησε δύο φορές τα στατιστικά της στοιχεία – το 2001 όταν εντάχθηκε στη Νομισματική Ένωση κ�! �ι το ! 2009 με την αλλαγή κυβέρνησης – ενώ λάθη έγιναν από όλες τις πλευρές τόσο στην Ελλάδα όσο και από τους ελεγκτές της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς επίσης από τους ηγέτες των χωρών-μελών, που εμπόδισαν αυστηρότερους ελέγχους.
Αναφέρει επίσης, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα βρίσκεται μετά το 2008 στη χειρότερη ύφεση μεταπολεμικά, η ανεργία φθάνει σε ύψος ρεκόρ, το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί από το 2008 κατά 25% και η κατάσταση αυτή μπορεί να συγκριθεί μόνον με το «σοκ» μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, �ετά το 1989, των πρώην χωρών της οικονομίας του πλάνου στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.