Μπήκα στο Αρχαιολογικό Μουσείο επειδή κρύωνα. Σοβαρά, το κρύο μου είχε κόψει τα πόδια και σκέφτηκα να κάνω ένα διάλειμμα στη διαδρομή για το σπίτι. Μια ομάδα επισκεπτών έβγαινε έξω και στάθηκε στα παγωμένα σκαλιά να φωτογραφηθεί. Εκτός απο αυτούς δεν υπήρχε ψυχή. Πέρασα δίπλα τους και ζορίστηκα λίγο να ανταποκριθώ όσο γινόταν στα φιλικά τους χαμόγελα. Ήταν πολύ ευχαριστημένοι οι άνθρωποι που είχαν καταφέρει να επισκεφτούν το μουσείο της Αθήνας.
Αφησα τη βαριά μου τσάντα στο βεστιάριο κι εκεί θυμήθηκα την έκθεση από το ναυάγιο των Αντικυθήρων που πολλοί επαινούν. Ηταν τόσο έξω απο την καθημερινή μου ρουτίνα η απόφαση να την επισκεφτώ που θα μπορούσα να χαμογελάσω το ίδιο θριαμβευτικά με τους τουρίστες.
Η αρχαιοπληξία που μας δέρνει δεν αφήνει να χαρούμε τις ομορφιές της πόλης, να βάλουμε στη μέρα μας την επίσκεψη σε αυτό το καταπληκτικό μουσείο, ας πούμε, το ωραιότερο στο είδος του σε όλο τον κόσμο. Κανονικά θα έπρεπε εδώ να έχει ουρές ως την Πατησίων, αλλά δεν είναι της μόδας η γειτονιά, ούτε κι αυτό το Μουσείο. Τώρα όλοι τρέχουν στης Ακρόπολης, πράγμα που απο μια άποψη μας συμφέρει, εξασφαλίζει ηρεμία μέχρι ερημίας στον επισκέπτη του Αρχαιολογικού.
Στο γκισέ με πληροφόρησαν ότι η έκθεση ήταν δίπλα στην κεντρική σκάλα κι έπρεπε να περάσω απο τη μισή συλλογή γλυπτών. Περπάτησα βιαστικά στις άδειες αίθουσες με τους Κούρους που είναι τόσο σοφά βαλμενοι με χρονολογική σειρά και παρακολουθείς την εξέλιξη της τέχνης, κι ενώ έχω τόσες φορές περάσει ξαφνικά η ταχύτητα του βαδίσματος δημιούργησε μια αίσθηση που δεν είχα ξανανιώσει. Σα να με καλωσόριζαν όλα αυτά τα αρχαϊκά χαμόγελα έτσι όπως διαδέχονταν το ένα το άλλο, και το έκαναν με συγκατάβαση αντάξια της υπέροχης όψης τους. Δεν την είχα ξαναδεί με το σ�νηθισμένο ρυθμό που περνούσα. Οπως δεν είχα προσέξει άλλη φορά τις χαρακιές πάνω στο μάρμαρο ενός νέου θεού ή ήρωα ή εραστή, που μου αποκάλυψαν έτσι απρόσμενα το μίσος με το οποίο πριν αιώνες είχαν γίνει. Ή έφταιγε ο ρυθμός βαδίσματος ή το περιρρέον μίσος που έχει γίνει απαραίτητο συστατικό της δημόσιας ζωής, και μας εκπαιδεύει να το αναγνωρίζουμε όπου υπάρχει.
Ετσι λουσμένη απο την ομορφιά έφτασα στη βάση της κεντρικής σκάλας όπου ήταν η έκθεση για το ναυάγιο των Αντικυθήρων, με μια ολόκληρη αίθουσα αφιερωμένη στον περίφημο μηχανισμό, ο οποίος παρουσιαζόταν και αναλυόταν με τέτοιο τροπο που ακόμα κι εγώ τον κατάλαβα, ή τουλάχιστον νομίζω ότι κατάλαβα ό,τι μπορεί να καταλάβει κανείς σήμερα από το παράξενο αυτό αντικείμενο. Πιο πολύ με συγκίνησαν τα γλυπτά του ναυαγίου, τα μαρμάρινα αγάλματα διαφόρων εποχών που ταξίδευαν για τη Ρώμη κι όπως έπεσαν στο βυθό μερικά βούλιαξαν στη λάσπη και μείνανε άθικτα, ενώ εκ�ί που τα έβρεχε το νερό είναι καταφαγωμένα. Μισό πρόσωπο ενός σκυμμένου νέου και η πλάτη του λάμπουν τόσο απαλά κάτω απο τον ειδικό φωτισμό που σε τρώνε τα ακροδάκτυλα να μπορούσες να τα χαϊδέψεις λίγο... Αλλά φυσικά δεν πρέπει, κι απομακρύνεσαι με αυτή τη δίψα ανικανοποίητη, να την κάνεις κάτι δημιουργικό όσο μπορείς.
Είναι καταπληκτική η έκθεση. Σ' έναν τοίχο γίνεται προβολή μιας ταινίας από το ταξίδι με τον Κουστώ που έκανε τη δεύτερη ανάσυρση, και σε αλλον φωτογραφίες και πληροφορίες για την πρώτη, από έναν ψαρά στις αρχές του εικοστού αιώνα. Υπάρχουν σχέδια για την κατασκευή των πλοίων και κομμάτια απο το ναυάγιο, τα σκεύη των ταξιδιωτών και περιγραφή της ζωής τους. Στο κέντρο ακριβώς της πρώτης αίθουσας ο έφηβος των Αντικυθήρων κάτι δείχνει σηκώνοντας το χέρι του, ίσως το κεφάλι της Γοργώς με το οποίο πάγωσε και το χρόνο.
Εμεινα όσο με κρατούσαν τα κουρασμένα πόδια μου κι ύστερα κατέληξα στο καφενείο περνώντας απο το μαγαζάκι που θα μπορούσε να βγάζει πολλά λεφτά πουλώντας αναμνηστικά, αλλά είναι πολύ πιο σεμνό απο όλα τα αντίστοιχα του κόσμου, μια και το ελληνικό κράτος είναι υπεράνω χρημάτων. Ερημο και το καφενείο που βλέπει "σ' ένα κλειστό περβόλι" όπως λέει το τραγούδι.
Να φταίει η κακή φήμη ολόκληρης της γειτονιάς; Βγαίνοντας έξω ένιωθα σαν τους δύτες που βουτούσαν στο σκοτάδι του βυθού για να ανεβάσουν επάνω τους θησαυρούς του ναυαγίου.