Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Το δίλημμα

Θα μιλήσω σιγανά, για να μη με ακούσουν. Όχι τίποτε άλλο, αλλά είμαι ξανθιά, έχω να ανοίξω και τηλεόραση μια ολόκληρη εβδομάδα,- ήταν εκείνη την ημέρα που έγιναν οι εκλογές, θυμάστε – δεν γνωρίζω τις εξελίξεις επί του θέματος και θέλω να ρωτήσω: Τελείωσαν; Ναι; Ε, δεν το πιστεύω! Δηλαδή, μπορώ να φωνάξω "Ζήτω, Ζήτω οι εκλογές!"; Ευχαριστώ, μα πόσο ευγενικοί είστε, που με αφήνετε να γιορτάσω. Και ποιος νίκησε είπαμε; Εκείνο το ψηλό παλικάρι με τα γυαλιά; Μα τι μου λέτε, είχε προβλήματα υγείας; Το μάτι του; Περαστικά του. Και ο χειρότερος εχθρός μου να ήταν, ένα "πε�αστικά" θα του άξιζε, αν μη τι άλλο. Τελικά, καλύτερα να σου βγει το μάτι ή το όνομα; Δίλημμα…

Μόδα μου μοιάζει, να καταπιάνονται όλοι, ειδικοί και μη (να μου πει όμως κάποιος, ποιος είναι ο ειδικός τελικά), με το να αναλύουν όλες τις ώρες, οπουδήποτε, με οποιοδήποτε κοινό (ξανθιές, μελαχρινές, κοκκινομάλλες – τα χρώματα αναφέρονται και στον αντρικό πληθυσμό ωστόσο), διαθέτοντας άπειρες εργατοώρες (πού καιρός για δουλειές), φαιά ουσία (κι αν ξεχάστηκε να πληρωθεί ο λογαριασμός, τι πειράζει), μυϊκή δύναμη (το σφίξιμο των μυών, λόγω έντασης και έντονης προσπάθειας να πείσουν τους ακροατές για το δίκιο, που έχουν πιστέψει πως έχουν), ηθελημένη μετάδοση τ�υ άγχους (δε γίνεται να συμβαίνει μόνο σε έναν, πρέπει μα μοιραστεί)...

Κι έρχεται το βράδυ, τα φώτα σβήνουν και ο απολογισμός της ημέρας, δείχνει αρνητικό πρόσημο. Στις σχέσεις. Στο φλερτ. Στον έρωτα. Τα λογιστικά φύλλα της ψυχής και της καρδιάς έχουν γεμίσει με… κενό. Ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό και παρακάτω. Πώς να γεμίσουν άλλωστε όταν οι ώρες, η ουσία, η δύναμη και η θέληση διατίθενται σε λάθος σκοπό; Έχασε και η Εθνική και ζήσαμε και τούτο το δράμα. Το ένα χτύπημα μετά το άλλο. Ένα θέατρο παραλόγου, στο οποίο σερβίρονται παγωμένα πικρά ποτήρια.

Θα μου  πείτε, εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ θέλεις ρομάντζο; Ναι! Γιατί και ρομάντζο να μη θέλω, ο κόσμος πάλι θα καεί. Τουλάχιστον να αγαλλιάζει η ψυχή. Να ηρεμεί το μυαλό. Να εκτονώνεται και το κορμί, κατά περίπτωση. Αιθεροβάμων; Ίσως. Τείνουν όλοι να γίνουν (αν δεν έχουν ήδη γίνει) εσωστρεφείς και απόμακροι. Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς στον άλλο με λόγια ειλικρινή και όμορφα, αφού μια μόνιμη συννεφιά έχει εγκατασταθεί στα μέτωπα, σκοτεινιάζει τα νεανικά πρόσωπα, φορτώνει με βάρος ασήκωτο τα μάτια και δίνει στο βλέμμα την αίσθηση της ατέλειωτης και αέναης �οναξιάς. Οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισης μοιάζει ακατόρθωτη έως αδύνατη. Εγκλωβίζουν όλοι σε άσχετα σημεία αμίλητοι και χάνονται στο απέραντο. Νιώθουν βουλιαγμένοι και κολλημένοι στον αμμώδη βυθό. Κλείνουν οι πύλες της επικοινωνίας και πνίγονται, χωρίς να προλάβουν να αντιδράσουν…

Προτιμώ τα παιχνιδίσματα παλίρροιας και άμπωτης. Το σκαμπανέβασμα του πλεούμενου στα κύματα, που κανείς δεν ξέρει αν θα βγει ζωντανός από εκεί. Προτιμώ τη μόνιμη κατάσταση αγωνίας, που ανεβάζει στα ύψη αδρεναλίνη και συγγενείς ορμόνες και προσδίδει στην κατάσταση εφιαλτικό, αλλά και ηδονικό χαρακτήρα...

Και καλύτερα να μου βγει το όνομα…