Οι υψηλές τιμές, οι στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και ό,τι κάνει την καθημερινότητα των Ελλήνων ακόμα πιο ακριβή, εν μέσω κρίσης, μπαίνει στο μικροσκόπιο της τρόικας.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στο πλαίσιο αυτό, αναλυτικά σημειώματα (notes) στα οποία επισημαίνονται τα προβλήματα της αγοράς και τα «παραθυράκια» της νομοθεσίας που...
αποτρέπουν την ενίσχυση του ανταγωνισμού, βρ�σκονται σε όλα τα κρίσιμα υπουργεία. Πρόθεση της τρόικας είναι, κατ' αυτόν τον τρόπο, να ανοίξει η συζήτηση για το πώς θα μπορέσουν οι αγορές προϊόντων και υπηρεσιών να απελευθερωθούν πραγματικά, ώστε να αρχίσει η αποκλιμάκωση των τιμών.
Ενέργεια, καύσιμα, τρόφιμα, ιδιωτική εκπαίδευση, ωράριο καταστημάτων, αλλά και επαγγέλματα, όπως αυτά των δικηγόρων, των ορκωτών λογιστών, των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών είναι μερικοί μόνο από τους τομείς στους οποίους θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις, ώστε να αρχίσει να λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Η προσαρμ! ογή � �ων τιμών αποτελεί μια πολύ επίπονη διαδικασία στην περίπτωση της Ελλάδας. Κι αυτό γιατί, όπως εξηγείται, μπορεί να έχει αρχίσει να διαφαίνεται μια πτωτική τάση, αλλά οι επαγγελματικοί κλάδοι παραμένουν «καλά προστατευμένοι» από την ελληνική νομοθεσία. Σε τέτοιο βαθμό, που δεν επιτρέπουν την ενίσχυση του ανταγωνισμού.
Ως γνωστόν, η τιμή ενός προϊόντος ή μίας υπηρεσίας, καθορίζονται από το εργατικό κόστος, το περιθώριο κέρδους της επιχείρησης και την έμμεση φορολογία. Οταν ξεκίνησε η εφαρμογή του Μνημονίου, οι τιμές αυξήθηκαν κυρίως εξαιτίας της αύξη�ης της έμμεσης φορολογίας (ΦΠΑ, ΕΦΚ σε καύσιμα). Ωστόσο, μετά σχεδόν δύο χρόνια αυτή η επίπτωση έχει σταματήσει να υφίσταται.
Με τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις που συντελέστηκαν στο τελευταίο εξάμηνο (μείωση κατώτατου μισθού, κατάργηση μετενέργειας κ.λπ.), έχει μειωθεί αισθητά το εργατικό κόστος. Μάλιστα, τα στοιχεία δείχνουν ότι η συρρίκνωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας (δηλαδή τι κοστίζει στην επιχείρηση η παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος), είναι σημαντική. Δεν είναι τυχαίο, ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εδώ και μήνες ζητήσει να σταματήσε! ι η μ είωση των αποδοχών και να δοθεί έμφαση πλέον στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων εκείνων που θα βοηθήσουν στην αναζωογόνηση της οικονομίας.
Ετσι, το γεγονός ότι οι τιμές παραμένουν στα ύψη, οφείλεται κυρίως στο ότι δεν έχουν συμπιεστεί τα κέρδη των επιχειρήσεων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το μερίδιο του εργατικού κόστους στη διαμόρφωση των τιμών έχει μειωθεί από περίπου 36% στο πρώτο τρίμηνο του 2009 στο 30% στο πρώτο τρίμηνο του 2012, όταν τα αντίστοιχα μερίδια των φόρων έχουν αυξηθεί από περίπου 7% στο 11% και των κερδών από περίπου 57% στο 59%. Το ερώτημα που προκύπτ�ι είναι γιατί δεν έχουν συμπιεστεί αναλόγως και τα περιθώρια κερδών των επιχειρήσεων. Η απάντηση ακούει στη φράση «έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά». Και η έλλειψη αυτή προέρχεται από την ύπαρξη εκατοντάδων εμποδίων στην είσοδο και τη δραστηριοποίηση σε όλες σχεδόν τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας.
Αρχικά, τρόικα και ελληνική κυβέρνηση επιδίωξαν να απαντήσουν σε αυτό το πρόβλημα με την προώθηση της οριζόντιας απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελμάτων. Ομως, τόσο ο νόμος που δημιουργήθηκε, όσο και η τροποποίησή του, δεν! λει� �ούργησε. Η ελληνική νομοθεσία είναι τέτοια που σε πάρα πολλές περιπτώσεις δεν επιτρέπει σε επιχειρηματίες ακόμα και να βρουν τρόπους για να μειώσουν το κόστος τους και κατ' επέκταση τις τιμές των προϊόντων που πωλούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, της αντιφατικότητας της ελληνικής νομοθεσίας είναι η λειτουργία των πρατηρίων πώλησης βενζίνης. Ενας πρατηριούχος μπορεί μεν να προμηθευτεί καύσιμα από το εξωτερικό (για να μειώσει το κόστος), αλλά θα πρέπει να έχει χώρο για να αποθηκεύσει ποσότητα τέτοια που να αρκεί για 60 ημέρες. Είναι ξεκάθαρο ότι πρατήρι� με τέτοια χωρητικότητα αποθήκευσης δεν υπάρχουν ή είναι πολύ λίγα. Στην πράξη, η δυνατότητα που δίνει ο νόμος για προμήθεια καυσίμων από το εξωτερικό, είναι άνευ ουσίας για τον επαγγελματία και τον καταναλωτή.
Καθημερινή