Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Η δημοκρατία των δόσεων



Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν κατάφερε να βάλει καμία κόκκινη γραμμή στην άνευ προηγουμένου οικονομική διάλυση της χώρας, διότι δεν έχει καταφέρει ακόμα να απαντήσει στο σωστό ερώτημα. Το βασικό και κυρίαρχο ερώτημα λοιπόν από την αρχή της κρίσης δεν ήταν Ευρώπη ή όχι Ευρώπη, αλλά Ευρώπη πάση θυσία ή Ευρώπη για την ευημερία;

Και πράγματι, η σημερινή Δημοκρατία των Δόσεων που ζούμε έχει να κάνει με την υπόρρητη παραδοχή του πολιτικού συστήματος ότι θα κρατήσει την χώρα εντός της ζώνης του Ευρώ σε κάθε περίπτωση και με κάθε τίμημα. Βέβαια, το βασικό ερώτημα που αναφύεται αβίαστα από αυτήν την παραδοχή είναι: «λέμε τελικά ναι στην Ευρώπη με εκατό ευρώ μισθό και σύνταξη; Ναι στην Ευρώπη με επίτροπο και μειωμένη εθνική κυριαρχία; Ναι στην Ευρώπη της απόκλισης και της φτώχειας;»

Η Ευρωπαϊκή μας ταυτότητα ήταν πάντα συνδεδεμένη με την εθνική μας ασφάλεια και την οικονομική μας ευημερία. Η εξέλιξη όμως της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις τελευταίες δυο δεκαετίες, με τους άκαπνους, χωρίς την εμπειρία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, και χαμηλής εμβέλειας και ικανοτήτων ηγέτες, οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ένα απεχθές οικονομικό και πολιτικό μόρφωμα. 
Και εξηγούμαι.
Στην δεκάχρονη και πλέον ζωή του ευρώ επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων ένας καταμερισμός των έργων μεταξύ βορείων και νοτίων που καθιστούσε εμάς τους δεύτερους ευάλωτους στις παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις. Έτσι, η πραγματική παραγωγή υποχώρησε στο νότο δραματικά, την ίδια στιγμή που οι βόρειοι ξεχύθηκαν στις παγκόσμιες αγορές προϊόντων και διεύρυναν την οικονομική τους ευημερία.

Το εν λόγω πρόβλημα που υπήρχε και παλαιότερα μεταξύ βορρά και νότου επιλύονταν με τη «θεραπεία» της νομισματικής πολιτικής, προοπτική που παραδόθηκε στην ΕΚΤ, η οποία φρόντιζε και φροντίζει μονομανώς για την σταθερότητα των τιμών, δηλαδή, τη διασφάλιση της αξίας των αποταμιεύσεων των βορείων. Επιπλέον, αποκτήσαμε ένα κοινό νόμισμα χωρίς παράλληλη Ευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων.

Η πρωτοφανής αυτή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος αποστράγγισε και την τελευταία ρευστότητα από τις δικές μας τράπεζες την περίοδο της κρίσης, την ίδια ώρα που οι τράπεζες των βορείων χωρών πλημμύριζαν από μετρητά. Κοινό νόμισμα χωρίς κοινές εγγυήσεις και κοινή ευθύνη δεν μπορεί όμως παρά να διευρύνει τις οικονομικές ανισότητες και τα ρίσκα των πλέον αδύναμων κρίκων.

Η Δημοκρατία των Δόσεων που μας έχει επιβληθεί είναι το αποτέλεσμα της επιβολής ενός ιδιότυπου εθνικού καταμερισμού των έργων και της προσπάθειας μετατροπής της χώρας στα «δυτικά προάστια» της Ευρώπης. Την ίδια λοιπόν στιγμή που ο γερμανικός εθνικισμός θεωρεί αυτονόητη την κυριαρχία του επί της ελληνικής οικονομίας, το ελληνικό πολιτικό σύστημα θεωρεί αυτονόητη την υποταγή του σε ένα οικονομικό σύστημα, που όντας έτσι διαρθρωμένο δεν υπηρετεί κανέναν μακροπρόθεσμο εθνικό μας στόχο, ούτε καν αυτούς μιας ειδικής και μικρής οικονομικής τάξης.

Αυτό διαγιγνώσκεται άλλωστε και από την οικονομική ασφυξία που έχει επιβληθεί σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, από τον χρηματοπιστωτικό και τον κατασκευαστικό μέχρι και αυτούς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Η ελληνική απάντηση σ' αυτό το πρόβλημα είναι ο εξευμενισμός των γερμανών πολιτικών και πολιτών, ως εάν να πρόκειται για θέμα ενίσχυσης των φιλικών μας σχέσεων ή θέμα «πολιτικού γούστου».
Η χώρα οφείλει να απεγκλωβιστεί άμεσα από τα αριστεροδεξιά διλήμματα της Δημοκρατίας των Δόσεων που μας έχουν επιβάλλει, καθώς και από ψευδοδιλλήματα τύπου Ευρωπαϊσμός ή καταστροφή. Κόκκινη γραμμή πρέπει να είναι η ευημερία της χώρας και όχι βέβαια η ανεξήγητη προσήλωσή μας στις νεοφιλελεύθερες επιταγές της Ευρώπης των τραπεζιτών.

Συνήθως, όλες αυτές οι αντιδραστικές θέσεις ερείδονται πάντα στο ίδιο επιχείρημα. Ότι δηλαδή η υποχώρηση ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα, η φτωχοποίηση, στη δική μας περίπτωση, είναι η αναγκαία και σίγουρα ρεαλιστική, αντιμετώπιση μιας οικονομικής κρίσης. Έτσι, συνήθως υποστηρίζεται πως ό,τι έγινε έγινε και για να μην γίνουν χειρότερα πρέπει να ακολουθήσουμε τη φωνή του ρεαλισμού, δηλαδή, την ιδεολογική φωνή ορισμένων ειδικών συμφερόντων.

Σε κάθε περίπτωση, εάν οι καλοί ευρωπαϊστές στη χώρα μας φτιάξουν τελικά, όπως διατείνονται, το δικό τους κόμμα, εμείς οι υπόλοιποι κακοί φιλέλληνες πρέπει να βρούμε έκφραση σε ένα δικό μας κόμμα που θα χαράζει την πολιτική του στη βάση των συμφερόντων του ελληνικού λαού και θα σχεδιάζει τις ευρωπαϊκές του συμμαχίες εξετάζοντας τα δικά του συμφέροντα. Είναι πλέον σαφές ότι η σχέση μας με την Ευρώπη πρέπει να επανεξεταστεί στη βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου με ρήτρα διαλυτικής αίρεσης, που θα είναι η ευημερία και η ασφάλεια της χώρας μας.