Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

Ήταν η τελευταία ευκαιρία...


Έχουμε την εντύπωση ότι, η ανοχή των πολιτών έχει πλέον φτάσει στα ανώτατα όρια της - με αμέσως επόμενο ενδεχόμενο την αμφισβήτηση της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης, τη γεωμετρική άνοδο των άκρων και τη δημιουργία συνθηκών εμφυλίου πολέμου.
Ελπίζουμε να κάνουμε πολύ μεγάλο λάθος, αλλά δυστυχώς η έννοια της δημιουργικής καταστροφής (αδυναμία εγκατάστασης του νέου, πριν την ολοκληρωτική κατάρρευση του παλαιού) έχει επανειλημμένα αποδειχθεί.


Η κυβέρνηση κέρδισε χθες μία μεγάλη μάχη – ενώ η Ελλάδα έχασε μία τεράστια ευκαιρία, ίσως την τελευταία της, να επανορθώσει τα λάθη του παρελθόντος, να ανακτήσει την αξιοπρέπεια της, καθώς επίσης να ανακηρυχθεί στην πρώτη χώρα, η οποία θα είχε το θάρρος να πει ένα επώδυνο μεν, αλλά υπερήφανο «όχι» στους κυρίαρχους του παιχνιδιού: στις αγορές.

Η Γερμανία κατόρθωσε να υποτάξει ένα ακόμη δειλό και ευάλωτο θύμα της, κάνοντας ένα αποφασιστικό βήμα προς την εκπλήρωση των στόχων της: την ηγεμονία της Ευρώπης. Όσον αφορά δε την ήπειρο μας, μάλλον επέτρεψε στον «αναδυόμενο απολυταρχισμό» μία πολύ σημαντική νίκη – μία μεγάλη ήττα για τη δημοκρατία.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, θεωρούμε πως χθες επαναλήφθηκε η ιστορία - από την αντίθετη της πλευρά. Το κάποτε «όχι» στο γερμανικό στρατό εισβολής, παρά τη βεβαιότητα μίας ολικής καταστροφής της χώρας, αντικαταστάθηκε με ένα μεγαλοπρεπές «ναι» του κοινοβουλίου, υπό τον (υπαρκτό αναμφίβολα) φόβο μίας αντίστοιχης καταστροφής - αν και δεν είμαστε καθόλου σίγουροι πως θα αποτρέψει τελικά τα χειρότερα.

Η αιτία είναι ότι συνήθως, όταν σκύβεις το κεφάλι, δέχεσαι ένα ακόμη «χτύπημα» – κάποιες φορές πολύ πιο δυνατό. Σε δική μας περίπτωση λοιπόν, η ψήφιση του τερατώδους νομοσχεδίου, ειδικά των «ερήμην» αποκρατικοποιήσεων, δεν σημαίνει αυτόματα πως έχει εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση της χώρας ή ότι δεν θα ακολουθήσουν νέες απαιτήσεις εκ μέρους της Τρόικας – μάλλον το αντίθετο φαίνεται ότι θα συμβεί.

Ο δρόμος λοιπόν για την λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας των Ελλήνων, για την εξαθλίωση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού (οι οποίοι θα πεταχτούν από το καράβι στα άγρια κύματα, για να συνεχίσει με λιγότερο βάρος το όποιο ταξίδι του), για την ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, καθώς επίσης για την κατάλυση της δημοκρατίας, είναι πλέον ορθάνοιχτος.

Παράλληλα βέβαια, κανένας δεν πιστεύει (πριν από όλους φυσικά οι αγορές) ότι, θα μπορέσει ποτέ η Ελλάδα, με τέτοια εγκληματικά υφεσιακά μέτρα, να μηδενίσει τα ελλείμματα της, να αποφύγει την οδυνηρή χρεοκοπία, να επιστρέψει σε πορεία ανάπτυξης και να εξοφλήσει τα χρέη της.

Στο σημείο αυτό, θεωρούμε σκόπιμη την υπενθύμιση του επιλόγου ενός παλαιού άρθρου μας (Η λεηλασία της Τουρκίας), στον οποίο γράφαμε τα εξής:

"Με κριτήριο την τραυματική εμπειρία της Τουρκίας, την οποία προσπαθήσαμε να αποδώσουμε περιληπτικά όσο καλύτερα γινόταν, συμπεραίνεται χωρίς καμία αμφιβολία ότι, η προσέγγιση του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην επίλυση των προβλημάτων χρέους, συνίσταται στη «μετακύλιση» ολόκληρου του κοινωνικού κόστους στα ασθενή εισοδηματικά στρώματα – επειδή αυτά αποτελούν την συντριπτική, αλλά και αδύναμη πλειοψηφία.

Επίσης συμπεραίνεται πως η σχέση μίας χώρας με το ΔΝΤ δεν είναι σε καμία περίπτωση χρονικά περιορισμένη – ενώ δεν λύνει κανένα από τα πραγματικά προβλήματα της Οικονομίας της. Τέλος ότι, η αλλαγή της εκάστοτε κυβέρνησης, του «τρέχοντος» κόμματος εξουσίας καλύτερα, δεν σημαίνει ουσιαστικά τίποτα για τους συνδίκους του διαβόλου – αντίθετα, έχει μάλλον προϋπολογισθεί, με την υφιστάμενη κυβέρνηση να θεωρείται «νομοτελειακά αναλώσιμη».

Στο παράδειγμα της Τουρκίας, η νέα κυβέρνηση και όχι η παλαιά, ήταν αυτή που αφενός μεν «διεύρυνε» την εξαθλίωση των Πολιτών της, αφετέρου ξεπούλησε σχεδόν το σύνολο της δημόσιας περιουσίας - παραμένοντας σταθερά «υποτελής» του Καρτέλ και των τοκογλύφων, χωρίς παραδόξως να διακινδυνεύει την εκλογική της δύναμη. Φυσικά το ξεπούλημα έγινε «έντεχνα», αφού ακολούθησε 2-3 έτη μετά την εκλογική της νίκη και τη σταθεροποίηση της στην εξουσία".